- Ιλιόθεν
- Ἰλιόθεν (Α)επίρρ. από την Τροία.[ΕΤΥΜΟΛ. < Ἴλιος / Ἴλιον + -θεν*].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ἰλιόθεν — Ilium indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-θε — (AM θε και θεν) κατάληξη τοπικών επιρρ. που δηλώνει την από τόπου κίνηση («δώθε», «κείθε», «πάροιθε», «άνωθεν») αρχ. κατάληξη τής γενικής ή αφαιρετικής εν. ουσ. ή επιθ. ή αντωνυμιών που δηλώνει την από τόπου κίνηση, την προέλευση ή την καταγωγή… … Dictionary of Greek